Το μουζούρι και όσα δεν ξέρουμε

Πολλές φορές θα έχουμε ακούσει να γίνεται λόγος για το λεγόμενο «μουζούρι».
Τι ήταν όμως τελικά αυτό το μουζουρι;
Αυτό ήταν μια πολύ παλιά μέθοδος μέτρησης χωρητικότητας σιτηρών ή οσπρίων, αλλά κατ’ επέκταση ήταν και μονάδα μέτρησης στρεμματικών επιφανειών στα κτήματα.
Οι πιο παλιοί βέβαια γνωρίζουν περισσότερα, κάποιοι ελάχιστα πράγματα, και οι νεότεροι το πολύ να το έχουν απλά ακουστά τη λέξη μόνο! Πάντως οι περισσότεροι έχουν κατά νουν, ότι ήταν παλιά μονάδα χωρητικότητας, κυρίως μέτρησης σιτηρών. Πληροφορίες για το μουζούρι, μπορεί να συλλέξει κάποιος σήμερα πολύ εύκολα στο διαδίκτυο.
Όμως κι αυτές είναι λίγο ως πολύ διαφοροποιημένες, γιατί το μουζούρι διαφέρει από τόπο σε τόπο.
Άλλοι αναφέρουν ότι «το μουζούρι είναι μονάδα μέτρησης 13 κιλών κριθαριού». Άλλοι ότι το μουζούρι «ήταν ένα πλεκτό καλαθάκι που χωρούσε 15 οκάδες περίπου σιτάρι, ή 12 οκάδες κριθάρι».
Άλλοι πάλι πως ήταν απλώς μια λεκάνη πήλινη ή ένα πανέρι, που χωρούσε 12 οκάδες κριθάρι.
Φυσικά πολλά μπορούμε να διαβάσουμε, ή να ακούσουμε από διάφορους, για το τι ήταν τελικά αυτό το μυστηριώδες «μουζούρι», και πολλοί φυσικά, ακόμα και παλιοί, μπερδεύονται στο να μας εξηγήσουν τα πράγματα λεπτομερώς, και να καταλάβουμε και εμείς περί τίνος πρόκειται.
Μεγάλο κεφάλαιο λοιπόν το «Μουζούρι», και μπορούμε να πούμε πολλά για αυτό και τις υποδιαιρέσεις του, που κι αυτές βέβαια διαφέρουν από τόπο σε τόπο.
Στο θέμα μας όμως σχετικά με το μουζούρι, δεν θα μας απασχολήσει τόσο η λεπτομερής ανάλυση και ακρίβεια στη χωρητικότητά του και στις υποδιαιρέσεις του, όσο η λαογραφία που σχετίζεται με αυτό.
Οι παλιοί ζευγάδες πάντως, είχαν καθιερώσει το μουζούρι, για να αποδώσουν την στρεμματική επιφάνεια σε κάποιο χωράφι, αλλά και για ανταλλαγή προϊόντων.
Έτσι στο καφενείο, στο δρόμο, ή όπου συναντιόταν με συγχωριανό του, στη κουβέντα τους, ανέφεραν συχνά φράσεις όπως, «έσπειρα σήμερο τρείς μουζουριές σιτάρι», «έσπειρα οφέτος πέντε μουζουριές κριθάρι» κλπ. Καταλάβαινε με αυτά τα λόγια ο άλλος, για πόσα στρέμματα πρόκειται.
Σαν παιδιά εμείς κάποτε τη δεκαετία του ‘60, δεν ακούγαμε να το λένε αυτό, γιατί στην δικιά μας εποχή, οι ζευγάδες έσπερναν σε «σποριές» ή «ζευγαριές».
Επί Ενετοκρατίας είχε επικρατήσει το «μουζούρι», που μάλλον είχε αντικαταστήσει το Βυζαντινό «μόδιο».
Το μουζούρι προφανώς λένε οι μελετητές πως εφευρέθηκε στην Κρήτη, με μικρή πιθανότητα να προέρχεται από τη βυζαντινή λέξη «μινσούριον» που δεν είναι πάντως τούρκικη λέξη. Από την Κρήτη μέσω του εμπορίου εξαπλώθηκε και στα άλλα νησιά και υπόλοιπη Ελλάδα.
Υπάρχουν πολλές εκδοχές στα διάφορα μέρη της Ελλάδας για το μουζούρι.Σε χειρόγραφο πάντως συμβόλαιο του 1900 περίπου αναφέρει 18 μουζουριές έκταση με τρείς αμυγδαλέες κλπ.
Σε ερώτηση Πόσο είναι το χωράφι; Η απάντηση από έγκριτους συμβολαιογράφους. Εξαρτάται αν είναι ορεινό Ή πεδινό!
Οι μάρτυρες μας όμως, έχουν να μας πουν, περισσότερα, στο τι συνέβαινε στη Μεσαρά.
Πολλές λοιπόν οι μαρτυρίες, σχετικά με το μουζούρι της Κρήτης, άλλα έχει μεγαλύτερη βαρύτητα, εκείνη του Μύρωνα Μαραγκάκη.
Με ερωτήσεις σχετικές, ο κ Μύρωνας θα μας ξεδιαλύνει κάποια πράγματα για το θέμα. αυτό, όπως έχουν αυτά επικρατήσει στη περιοχή μας.
Τι σημαινει "μουζούρι" για έναν Μεσαρίτη;
Το «μουζούρι» κατά καιρούς έπαιρνε διάφορες μορφές στη Μεσαρά.
Μπορεί να ήταν μια λεκάνη, μπορεί μια κοφίνα, μπορεί όμως και μια μεγάλη βούργια.
Φτάνει όλα αυτά, να χωράγαγε όσο και ένα μουζούρι καρπό, δηλαδή 12 με 14 οκάδες περίπου (12 κριθάρι ή 14 σιτάρι)!
Στην πραγματικότητα όμως, το κυρίως μουζούρι, ήταν κατασκευή ξύλινη, κατι σαν κουβάς, που έμοιαζε με μισό βαρελάκι με πάτο, ανοιχτό από πάνω.
Συνήθως είχε σχήμα κούλουρου κώνου με το ανοιχτό μέρος από πάνω.
Μπορούσε όμως να ήταν και μονοκόμματο δοχείο από κορμό πλατάνου, σκαλιστός εσωτερικά, και με χερούλια στα πλάγια.
Πολλές φορές, ήταν κατασκευασμένο από ξύλινα σανίδια, τις λεγόμενες «ντόγιες» ή «ντούγιες», όπως αυτές του βαρελιού, που τις συγκρατούσαν τσέρκια.
Οι δυο απέναντι ντούγες του ήταν μεγαλύτερες, και αυτές σε προέκταση, γινόταν και τα δύο χερούλια του μουζουριού.
Εκεί δηλαδή έκαναν τρύπες και έβαζαν από ένα σιδερένιο χερούλι στο πλάι, όπως στο κουβά.
Καμιά φορά, αντί χερούλι έβαζαν ένα σχοινάκι.
Το σχήμα πάντως του μουζουριού, δεν ήταν δεσμευτικό, φτάνει να χώραγε τα σωστά κιλά ή οκάδες.
Πιο παλιά ακόμα, το μουζούρι ήταν πήλινο και ψημένο στο καμίνι, σε σχήμα κούλουρου κώνου. Τα τελευταία χρόνια όμως, το μουζούρι έγινε τσίγκινος σαν κουβάς, ίσιο πάνω κάτω σαν κύλινδρος με χερούλι.
Αυτά τα μουζούρια χρησιμοποιούσαν και οι Μουκατάδες ή Μουκατατζίδες ή Μουλτεζίμηδες, για να εισπράξουν το φόρο, όπου ένα μέρος πήγαινε στην κοινότητα, και άλλο ένα μέρος στο ταμείο του Σουλτάνου.
Οι Μουκατάδες συνεχίστηκαν για αρκετά χρόνια και μετά την αποχώρηση των Τούρκων, εισπράττοντας πλέον η πολιτεία τον φόρο, τον λεγόμενο και «δεκάτη».
Η δέκατη ήταν το 9:1 σε αναλογία, και μόνο το 1% πήγαινε για την κοινότητα.
Το μουζούρι, είτε ξύλινο είτε πήλινο είτε τσίγκινο, ήταν δοχείο χωρητικότητας 12 οκάδων περίπου καρπό.
Κράτησε αρκετά χρόνια, όμως μετά την αποχώρηση των Τούρκων, σχεδόν δηλαδή μέχρι το 1940, που σιγά- σιγά αποσύρθηκε.
Το μουζούρι καταργήθηκε, όταν βγήκαν οι «γαζοτενεκέδες», οι οποίοι αντικατέστησαν τα ξύλινα μουζούρια.
Είχαν όμως, διαφορετικό όγκο, άρα και βάρος καρπού.
Έκοβαν το πάνω μέρος του μεταλλικού δοχείου των 17 λίτρων, του πέρναγαν χερούλι, και με αυτό το δοχείο έκαναν τις συναλλαγές τους. Σε κάποια μέρη της χώρας, το δοχείο αυτό το λένε «αξάι».
Τα κλασικά πλέον μουζούρια έγιναν «ματζαδούρες κρεμαστές» (φάτνες) για τα ζώα, ή κατέληξαν σε κάποιο λαογραφικό μουσείο, όπως εκείνο στη Μονή Οδηγήτριας.
Ακόμα ένα, γνωρίζουμε πως υπάρχει στην συλλογή στο σπίτι του Μύρωνα Μαραγκάκη. (Συλλογή με τα 57 επαγγέλματα)!
Τι ήταν οι μουζουριές, οι ζευγαριές και τι οι σποριές;
Βάσει της μαρτυρίας του έμπειρου σε λαογραφικά θέματα Μύρωνα Μαραγκάκη, θα προσπαθήσουμε να κάνομε μια αναλυτική συσχέτιση των διαφόρων μέτρων επιφανειών, όπως είναι οι «μουζουριές», οι «ζευγαριές» και οι «σποριές».
Ποτέ ο αγρότης δεν ξεκίναγε να οργώσει απευθείας ένα χωράφι, χωρίς πρώτα να χαράξει το τμήμα που θέλει να οργώσει με το αλέτρι. Έτσι θα χαράξει ένα μεγάλο τετράγωνο ή παραλληλόγραμμο κατά μήκος στο χωράφι του.
Τέτοια τετράγωνα θα οργώσει όσα προλάβει.
Αυτά είναι οι λεγόμενες «ζευγαριές», ή «ζευγαρές»!
Η οριοθέτηση τους δηλαδή, δήλωναν τα κομμάτια που υπολόγιζε να αντέξουν τα βόδια του όλη την ημέρα να τα οργώσει για να τα σπείρει μέχρι να σχολάσει . Τα άλογα βέβαια ήταν πιο γρήγορα, και δυνατά, και ως εκ τούτου έβγαζαν περισσότερα στρέμματα.
Το χωράφι μπορεί να το μετρούσαν και σε «μουζουριές» παλαιότερα, που αντιστοιχούσε περίπου σε δυο «σποριές», αλλά τελευταία μετά τη κατοχή, το έσπερναν μόνο σε «σποριές» και «ζευγαριές». Κάθε «σποριά» χώραγε 5 με 6 οκάδες κριθαριού και κάτι παραπάνω σιταριού, όσο χώραγε και η σποροποδιά δηλαδή που φορούσε ο ζευγάς.
Η «μουζουριά» λοιπόν, αφού ήταν δυο «σποριές», άρα χώραγε 2Χ6 = 12 οκάδες κριθαριού. Περίπου τέσσερις σποριές ήταν η «ζευγαριά», άρα 4Χ 6 = 24 οκάδες!
Η «ζευγαριά» αφού ήταν τέσσερις «σποριές» άρα μια «σποριά» ήταν το ¼ της «ζευγαριάς», και το ½ της «μουζουριάς».
Βασικά η λέξη «ζευγαριά» σημαίνει το όργωμα που μπορούν να οργώσουν τα βόδια του ζευγά σε μια μέρα. Μπορούσαν όμως να οργώσουν από ένα έως και δύο στρέμματα, για αυτό και τα μετρήματα δεν ήταν πάντα ακριβή. Για παράδειγμα λοιπόν, θα μπορούσαμε να πούμε, πως ο ζευγάς είπε πως «σήμερα έσπειρα 2 μουζουριές χωράφι», σήμαινε πως έσπειρε 4 σποριές ή μια ζευγαριά. Κάθε ζευγαριά, βέβαια ήταν ένα με δύο στρέμματα, ανάλογα το ύψος του ζευγά, άλλος τη χάραζε μικρή κι άλλος πιο μεγάλη, ανάλογα τα βήματα του και τη δυνατότητα των βοδιών του. Διαφορά και στο σπόρο που έριχναν ήταν και στα κατηφορικά εδάφη, όπου εκεί έριχναν λιγότερο σπόρο, διότι δεν τον «χαράμιζαν» να τον πάρει το νερό, περισσότερο δε σπόρο έριχναν στα πλούσια και εύφορα εδάφη.
Οι μουζουρόβουργιες
Θα πρέπει να πούμε και κάτι για εκείνους που πιστεύουν πως η «μουζουρόβουργια» ή «μουζουροβουργίδι», ήταν και αυτή μουζούρι, λέμε πως σε αυτήν δεν βάζανε ποτέ καρπό με σκοπό να τον σπείρουν. Ένα πανί εξήντα μάκρος επί σαράντα πόντους πλάτος, υφασμένο στον αργαλειό, το δίπλωναν και το έραβαν, και επάνω του έφτιαχναν θηλιές, όπου πέρναγε ένα «βαστάγι». Στη μουζουρόβουργια έβαζαν διάφορα, καθώς και καρπό σιτάρι ή κριθάρι για να τον μεταφέρουν στο μύλο. Γέμιζαν δυο μουζουρόβουργες καρπό, τον πήγαιναν στο μύλο, κράταγε αυτός τα «ξαγιάτικα», και στη συνέχεια του έβαζε πάλι το αλεύρι στις μουζουρόβουργες και έφευγε! Αν ήταν δε και παλιές οι μουζουρόβουργιες, μπορούσε να βάλουν ακόμα και ελιές, αν δεν ήταν σε μεγάλη ποσότητα. Μπορούσαν να βάλουν ακόμα και διάφορα τρόφιμα όταν ήταν να τα μεταφέρουν σε άλλο χωριό σαν δώρα. Ακόμα μια χρήση της ήταν να βάζουν τα παξιμάδια το ψωμί από τον φούρνο, να το κλείνουν καλά από πάνω και να το κρεμάνε σε κάποιο τοίχο να μην μπαίνουν τρωκτικά. Ήταν δυο ειδών μουζουρόβουργιες, οι βαμβακερές , και οι άλλες από μαλλί, όπου φτιάχνανε στον αργαλειό
Οι σφακιανές βούργιες
Για διάφορες μεταφορές είχαν επίσης και τις «σφακιανές βούργιες» ή «σφακιανόβουργιες» ή «σφακιανοβουργίδια», οι οποίες ήταν το ίδιο πράγμα, τις ύφαιναν με τον ίδιο τρόπο, αλλά ήταν πιο μικρές, περίπου 30 επί 50 περίπου, οι οποίες είχαν ειδικές κλωστές, και χρώματα κόκκινο μπλε και άσπρο σε λουρίδες. Το πανί και αυτό το διπλώνανε το ράβανε και από επάνω έκαναν θηλιές που πέρναγαν και εδώ «βαστάγια», ή «βουργιδοβάσταγα .
Στα σφακιανοβουργίδια έβαζαν διάφορα, κυρίως τρόφιμα, τυριά, για να τα πάνε στο ξενοχώρι σε κάποιον συγγενή σαν δώρα. Στις σφακιανόβουργιες έβαζαν είτε προικιά είτε τους πέντε άρτους για την εκκλησία, όταν ήταν μεγάλη γιορτή της χριστιανοσύνης, όπως Πάσχα Χριστούγεννα ή γιορτή κάποιου Άγιου σε κάποιο ξωκλήσι. Παξιμάδι από το φούρνο έβαζαν και στη σφακιανή βούργια για φύλαξη.
Πάντως τον χειμώνα χρησιμοποιούσαν τις μάλλινες σφακιανόβουργιες, ενώ το καλοκαίρι βαμβακερές.
Ακόμα πιο μικρές και από τις σφακιανόβουργιες, ήταν οι απλές «βούργιες», που ήταν από φάδια, αλλά είχαν όμορφα σχέδια και στολίδια με φούντες, και δινόταν και σαν δώρα γάμου, συνήθως η πεθερά την έδινε δώρο στο γαμπρό της.
Στην εξοχή έπαιρναν μαζί τους απλές βούργιες που ήταν μικρότερες, για να βάζουν το φαγητό το ψωμί κλπ και τις κρεμόταν στα σκαρβέλια, μαζί με το φλασκί με το νερό. Όση ώρα έτρωγε ο αγρότης στο λαιμό του κάθε ζώου κρεμόταν και ο «δρουβάς» με τον καρπό, για να τρώνε και τα ζώα να δυναμώνουν.
Οι μουζουροποδιές οι σποροποδιές και οι ανδρικές μπροστοποδιές
Ο ζευγάς παλιά είχε μαζί του στο χωράφι και τη «μουζουροποδιά» η οποία είχε επίσης χωρητικότητα όσο ένα μουζούρι, αλλά ήταν βαριά για να σηκώνει κάποιος 12 οκάδες καρπό και να σπέρνει, και έτσι στη πράξη ο αγρότης την εγκατέλειψε, και πλέον έδενε στη μέση του, και στο λαιμό του με βαστάγια μια μικρότερη ποδιά, τη λεγόμενη «σποροποδιά» ή «μπροστοποδιά», που χώραγε λιγότερο, δηλαδή χώραγε καρπό, όσο «μιας σποριάς χωράφι». δηλαδή 5 με 6 οκάδες. Όλες αυτές οι ποδιές ήταν ανδρικές ποδιές, υφασμένες και αυτές στον αργαλειό. Το στρέμμα ήταν περίπου δυο σποριές, και η μια σποριά έπαιρνε έξη οκάδες καρπό περίπου, όσο χώραγε δηλαδή και η σποροποδιά!
Πάντως, επί εποχής μουζουριού, όταν κάποιος ήθελε, γέμιζε το ίδιο το δοχείο - μουζούρι του καρπό, το έπαιρνε αγκαλιά με το αριστερό του χέρι, και με το δεξί έσπερνε.
Στη Κρήτη λοιπόν, λανθασμένα κάποιοι πιστεύουν πως η καθιερωμένη μονάδα μέτρησης, ήταν η κλασσική «μουζουρόβουργια», η ποία και εκείνη είχε χωρητικότητα όσο ένα μουζούρι.
Όσες όμως μουζουρόβουργιες ή σφακιανά βουργίδια ήταν καινούριες και όμορφες, με περίτεχνα σχέδια και ξόμπλια, δεν τις χρησιμοποιούσαν στα χωράφια, απλά χρησιμοποιούσαν τις πιο παλιές και πιο απλές. Στα χρόνια τα δικά μας δεν γνωρίσαμε συγκεκριμένο δοχείο που να το ονομάζουν μουζούρι, γιατί και τα ξύλινα πήλινα ή τσίγκινα δοχεία είχαν καταργηθεί αλλά και τους γαζοτενεκέδες δεν τους χρησιμοποιούσαν πλέον σε συναλλαγές, αφού δεν υπήρχαν πλέον Μουκατάδες να παίρνουν το φόρο.
Πρέπει να πούμε πως υπήρχαν και άλλες μονάδες χωρητικότητας, που κυρίως τις εφεύρε ο απλός λαός για τις ανάγκες του, όπως ήταν η «βαρέλα», το «σταμνί», το «μίστατο», το «αξάι» και το «πινάκι». Κάποιες πληροφορίες για αυτά έχουμε από ζωντανή μαρτυρία του κ. Μαραγκάκη.
Η βαρέλα
Η βαρέλα ήταν μονάδα μέτρησης υγρών, χωρητικότητας 90 οκάδων περίπου.
Το σταμνί
Μονάδα χωρητικότητας ήταν και το «σταμνί», το οποίο ήταν χωρητικότητας 12 έως 15 κιλών, ανάλογα το υγρό. Στις φάμπρικες έπαιρναν με το καυκί το λάδι από τη δεξαμενή, το μέτραγαν σε σταμνιά, έπαιρνε το ποσοστό η φάμπρικα, και το υπόλοιπο έμπαινε στα «λαδοάσκια», και το πήγαιναν στο σπίτι του αλεστή.
Το μίστατο
Το μίστατο λέει ο Μαραγκομύρος, ήταν μονάδα μέτρησης υγρών, κυρίως μετρούσαν τα λάδια, και ήταν χωρητικότητας 10 οκάδων. Το μίστατο μπορεί να αντικατέστησε ίσως το σταμνί αργότερα, ή το αντίθετο, επειδή η χωρητικότητά τους είναι παρόμοια.
Το αξάι
Το «αξάι» ή «ξάι» ήταν δοχείο πλεχτό με ράπες σιταριού, και χώραγε τρείς οκάδες σιτηρά. Το έπλεκαν οι γυναίκες, και μόλις χώραγε την επιθυμητή χωρητικότητα σταμάταγαν τη πλέξη.
Το πινάκι
Το πινάκι ήταν κυρίως πήλινο δοχείο πιο μεγάλο και πιο βαθουλωτό από ένα πιάτο, χωρητικότητας μια με μιάμιση οκά περίπου σε σιτηρά ή όσπρια. Υπήρχαν δυο ειδών πινάκια, εκείνο που χτίζανε και εκείνο που έμοιαζε με πιάτο. Με το πινάκι συνήθως γινόταν ανταλλαγές σε είδος με τον μπακάλη ή με κάποιον που μπορούσαν να ανταλλάξουν προϊόντα. Το πινάκι έβγαινε και σε μικρότερο μέγεθος, και το λέγανε «κεσέ».
Το μουζούρι και η λαογραφία μας
Η λέξη «μουζούρι» είναι λένε οι αναλυτές ελληνική λέξη, μάλιστα κρητική εφεύρεση, και σήμαινε κατά βάση για τους παλιούς «μεγάλη ποσότητα»! Έτσι όταν έλεγε κάποιος σε κάποιον που τον έκλεψε:
- «Μάζεψέ τα από παέ και ξαφανίσου, γιατί θα σου δώσω δέκα μουζουργιές ξύλο!»
Ο άλλος σαφώς καταλάβαινε, πως το ξύλο που θα έτρωγε θα ήταν σαφώς αρκετό!
Δε έπαυε βέβαια να δηλώνει έκταση γής.
"Ο Τάδε αγόρασε 70 μουζουργές βοσκότοπους, και άλλες 120 αγριάδα". Εύκολα καταλάβαινε ο άλλος τα όρια της έκτασης.
Όταν πάλι έλεγε κάποιος πως «επήγα στα κοκολόγια και εμάζεψα μια μουζουριά ελιές», εννοούσαν πως η ποσότητα που μάζεψε στο καλάθι του, θα ήταν 12 οκάδες, όσο ένα μουζούρι.
Θα προσθέσουμε και μια αναφορά στα παλιά κάλαντα τις πρωτοχρονιάς στην Κρήτη, που οι καλαντάρηδες έλεγαν:
«Για πες μου Άη Βασίλη μου πόσα μουζούρια σπέρνεις; Σπέρνω σταράκι δώδεκα, κριθάρι δέκα πέντε, ταγή και ρόβι δεκαοχτώ κι από νωρίς στο στάβλο».
Ο πατέρας παλιά άμα τα κοπέλια του κάνανε πολύ τραβάγια, έλεγε:
"Σταματήσετε μπλιό το μουρμουργιό, γιατί μου κάμετε τη κεφαλή μουζούρι"!
Μια πολύ παλιά φράση επίσης έλεγε"
"Ο καμπανός και το μουζούρι, δάκρυα δε χύνουν"!
Που αυτό σημαίνει, πως στο εμπόριο, συναισθηματισμοί δεν χωρούνε!
Τέλος, δεν ξεκίναγε ποτέ παραμύθι παλιά, να μην έχει στην αρχή ειδικό στιχάκι, που να προειδοποιεί τα παιδιά, πως ότι ακουστεί στο παραμύθι, είναι προϊόν φαντασίας, και όλα είναι ψέματα!
« ….Το παραμύθι που θα πω απάνω στα λαγκώματα
θα χει πολλά παράξενα, κι ένα μουζούρι ψώματα»!
Κείμενο - φωτογραφίες: Γεωργιος Χουστουλακης
*Σημείωση: Οι απόψεις των αρθρογράφων αποτελούν προσωπικές θέσεις και δεν αποτελούν τυχόν θέσεις του newshub.gr
-
22 Απριλιου 2025, 15:50Θλίψη στα Ανώγεια: Έφυγε από τη ζωή γνωστός μαντιναδολόγος και λάτρης του μαντολίνου
-
22 Απριλιου 2025, 07:10Προς πώληση 120 ξενοδοχειακές μονάδες και τουριστικά καταλύματα τον τελευταίο μήνα-23 στην Κρήτη
-
21 Απριλιου 2025, 20:21Χανιά: Δεν κατάφερε να προσεγγίσει ελικόπτερο το σημείο όπου έπεσε ο νεαρός Ολλανδός στο Γκίγκιλο-Μεταφέρεται από επίγειες δυνάμεις
-
22 Απριλιου 2025, 13:30Απειλούν πως δεν θα μείνει αναπάντητη η νέα εκκένωση του Ευαγγελισμού (φωτογραφίες)
-
22 Απριλιου 2025, 15:08Ηράκλειο: Επιχείρηση της ΕΛ.ΑΣ για την κατάληψη στον Ευαγγελισμό - Τι λένε οι πολίτες (Βίντεο)
-
21 Απριλιου 2025, 13:00Τύλισος Ηρακλείου: Το Πάσχα των νεκρών – Όταν οι άνθρωποι βρίσκουν «τρόπο» να γεφυρώσουν τη ζωή με το θάνατο