Ένας πολυπολικός, απρόβλεπτος κόσμος (Β Μέρος)

Μονόδρομος για την Ελλάδα η συνεννόηση με τις θαλάσσιες δυνάμεις
Ας κάνουμε ένα γενναίο ιστορικό άλμα προς τα πίσω.
ULLSTEIN BILD DTL. VIA GETTY IMAGES
Φθάσαμε στα 1898, ένα χρόνο μετά τον καταστροφικό πόλεμο με την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η επίσκεψη του διαδόχου Κωνσταντίνου στο Βερολίνο σπάει τον πάγο (που υπήρχε λόγω και της φιλοτουρκικής στάσης της Γερμανίας στον πόλεμο του 1897) και προετοιμάζει όχι μόνο την επίσκεψη του βασιλιά Γεωργίου Α΄ στο Βερολίνο ένα χρόνο αργότερα, αλλά κυρίως τη γενικότερη –αν και τελικώς παροδική– φιλογερμανική στροφή της Αθήνας. Στροφή στην οποία ο Κωνσταντίνος επένδυσε και με την οποία εν πολλοίς ταυτίστηκε.
Από το 1900, με τον Μπύλοβ καγκελάριο, η Γερμανία ενέτεινε τις προσπάθειες συγκρότησης ενός αντιρωσικού, αντισλαβικού μετώπου στα Βαλκάνια μεταξύ της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, της ηττημένης Ελλάδας και της Ρουμανίας. Με αυτό το φιλογερμανικό μέτωπο σχεδίαζε το Βερολίνο να εδραιώσει τη γερμανική ηγεμονία στη Νοτιοανατολική Ευρώπη. Το 1901 πραγματοποιήθηκε η συνάντηση του Γεωργίου Α΄ με τον βασιλιά Κάρολο της Ρουμανίας στην Αμπάτζια της Δαλματίας.
Σχολιάζοντας τη συνάντηση, έγραφε ο Σπύρος Μελάς το 1957:
«Από την περίφημη συνάντηση της Αμπάτζιας είναι πιθανόν πως είχε γίνει αντιληπτή αμεσώτερα η ανάγκη […] να συγκροτήσει η Ελλάς αξιόμαχη στρατιωτική δύναμη.
Κανείς δεν ήξερε στην Ελλάδα –εκτός από τον Θεοτόκη– τι είχανε πει οι δυο βασιλιάδες σ’ αυτή τη συνάντηση που είχε γίνει με υπόδειξη της Γερμανίας, για να ισοσταθμίσει τη σερβοβουλγαρική προσέγγιση.
Ό,τι όμως και να είχαν πει, θάμεναν λόγια και μόνον αν η Ελλάδα δεν φρόντιζε ν’ αποχτήσει στρατό υπολογίσιμο. Κι επειδή δεν είχε καταφέρει να οργανώσει στρατιωτική δύναμη αξιόλογη, ούτε τη ρωτούσαν για τίποτα, ούτε τη λογάριαζαν».
Αλλά τα πράγματα σπανίως εξελίσσονται όπως οι πρωταγωνιστές τα σχεδιάζουν. Συνήθως οι εκβάσεις καθρεφτίζουν συνδυασμούς μεταξύ προηγούμενων σχεδίων, νέων συνθηκών, παρεμβάσεων τρίτων, αλλά και διαφόρων εκδοχών των περίφημων «μη-ηθελημένων» συνεπειών των πράξεών μας.
Ο στρατιωτικός εκσυγχρονισμός, που συστηματικά επεδίωξε ο Κωνσταντίνος, έμελλε αργότερα να συμβάλει σε εξελίξεις που καθόλου δεν θα ικανοποιούσαν το Βερολίνο εάν μπορούσε να τις έχει προβλέψει. Παρά την άνοδο στον θρόνο του Κωνσταντίνου μετά τη μυστηριώδη δολοφονία του Γεωργίου, ο οποίος ποτέ δεν υπήρξε υποστηρικτής της γερμανικής εξωτερικής πολιτικής, στράφηκε μάλιστα από το 1906 στη Γαλλία για να βρει στηρίγματα στην αντιμετώπιση του Μακεδονικού Ζητήματος. Αλλά και τη σταδιακή επικέντρωση του Βερολίνου σε άλλη βασική προτεραιότητα, τη συστηματική (αλλά τελικά αποτυχημένη) προσπάθεια απομόνωσης της Βρετανίας.
Με την αυτονόητη επισήμανση των διαφορετικών συνθηκών, τόσο αντικειμενικών όσο και υποκειμενικών, αυτό που αξίζει να κρατήσουμε από τις περιπέτειες που οδήγησαν στην κρίση του 1909 και τις μετέπειτα προσπάθειες αναγέννησης και εκσυγχρονισμού είναι διττό.
Αφορά, καταρχήν, την αδυναμία συγκρότησης σταθερού και βιώσιμου μετώπου της Ελλάδας με μια ηπειρωτική δύναμη όπως η Γερμανία.
Αφορά, επίσης, τις διαδράσεις μεταξύ «εσωτερικής» και «εξωτερικής» πολιτικής: η δυσκολία σαφούς και ταχείας διόρθωσης της ελληνικής θέσης, δυσκολία που οφειλόταν στην εμμονή του θρόνου στη φιλογερμανική πολιτική ακόμη και επί Βενιζέλου, οδήγησε τελικά στην εμφύλια σύγκρουση.
Παραφράζοντας τον Αυγουστίνο, το παρόν δεν είναι παρά μια στιγμή ανάμεσα σε ένα παρελθόν που υπάρχει ως ανάμνηση και ως δεδομένα και σε ένα μέλλον που παραμένει άγνωστο όσο και αν το σχεδιάζουμε.
Στη διαχρονία της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής, μια πιθανή αποκλιμάκωση με την Τουρκία δεν είναι παρά μια στιγμή.
Το πραγματικό ζήτημα αφορά το μέλλον και αναφέρεται, ειδικότερα, στις συνθήκες για μια βιώσιμη ειρήνη που δεν θα υποκρύπτει φινλανδοποίηση.
Οι σχέσεις Ευρώπης - Τουρκίας ενδέχεται να υποβοηθήσουν τις συνθήκες για μια βιώσιμη ειρήνη μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας, υπό συγκεκριμένες, όμως, προϋποθέσεις.
Η αναθεωρητική δυναμική της τουρκικής εξωτερικής πολιτικής έχει καταστεί τα τελευταία χρόνια περισσότερο πολυεπίπεδη και πολυδιάστατη.
Επιχειρώντας να εκμεταλλευτεί το ριζοσπαστικοποιημένο πολιτικό Ισλάμ στη Μέση Ανατολή και τη Βόρεια Αφρική, γνωρίζοντας τις προφανείς αντιθέσεις εντός του αραβικού κόσμου, αλλά προωθώντας συστηματικά ό,τι είναι δυνατόν να συνδυάσει την κινητοποίηση τουεσωτερικού εθνικιστικού μετώπουμε τηνεξωτερική ανάδειξη της Τουρκίας ως περιφερειακής μουσουλμανικής δύναμης, το καθεστώς Ερντογάν κτίζει μέσω τετελεσμένων τα οποία στη συνέχεια παγιώνει μέσω τακτικών αναδίπλωσης στα επουσιώδη.
Πέρα από την πεπατημένη
Από το 2018 εξηγώ συστηματικά ότι η στρατηγική σχέση με τη Γαλλία είναι μονόδρομος ενόψει:
(α) της επιταχυνόμενης αναθεωρητικής πολιτικής της Τουρκίας στη Μεσόγειο που αντιμετωπίζεται κυρίως με διορθώσεις στην ισορροπία ισχύος
(β)των λεπτών εσωτερικών ισορροπιών στην ΕΕ που δυσχεραίνουν τις συνεκτικές εξωτερικές δράσεις της, ιδιαίτερα σε αντικείμενα ως προς τα οποία διαφορετικά μεγάλα κράτη έχουν διακριτές προσεγγίσεις
(γ)της σταθερής σχέσης Γερμανίας - Τουρκίας (που καθιστά τη χρήση πραγματικών κυρώσεων που θα πλήξουν την τουρκική οικονομία αδύνατη) και
(δ)των ιδιαιτεροτήτων της περιόδου Τραμπ που αποθράσυνε τον Ερντογάν (παρ’ ότι το State Department έκανε ό,τι μπορούσε για να επιβεβαιώσει το ιστορικό βάθος και τη σταθερότητα των ελληνοαμερικανικών δεσμών).
Παράλληλα, έχω κατ’ επανάληψη επισημάνει τη σημασία των σχέσεων μεταξύ αλληλεγγύης στο εσωτερικό της ΕΕ και διαιρετικών τομών μεταξύ κρατών και πολιτικών δυνάμεων που αντιμετωπίζουν τα σύνορα της ΕΕ με σαφή ατζέντα ή –αντίθετα– με ήπιο τρόπο, με ό,τι αυτό υποδηλώνει κατά περίπτωση.
Η στήριξη της Αυστρίας –εστιασμένη αλλά σημαντική– αποτελεί σήμερα σαφή επιβεβαίωση αυτής της προσέγγισης. Η Ελλάδα ως τελευταίο σύνορο της Δύσης στα ανατολικά γοητεύει δυνάμεις που –για διάφορους λόγους– έχουν επενδύσει σε παραλλαγές του υποδείγματος της σχετικά περιχαρακωμένης Ευρώπης.
Εμείς όμως, πέρα από τις διμερείς συνεννοήσεις, τι περιμένουμε από τις συνολικές σχέσεις Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας;
Σίγουρα δεν περιμένουμε, παρά τα φληναφήματα που εξακολουθούν να κυκλοφορούν, την άμεση ανάπτυξη ενός «ευρωστρατού» που θα μας εξασφαλίσει απέναντι στην επικίνδυνη γείτονα.
Ενδιαφέρον όμως παρουσιάζει το εμπορικό και οικονομικό πεδίο, και εκεί είναι που θα πρέπει να διαμορφωθεί μια ελληνική στρατηγική ως προς τις σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας. Διότι, ενώ ορισμένοι επαναλαμβάνουν το κλισέ περί «ευρωπαϊκής πορείας» της Τουρκίας, η ενταξιακή προοπτική της γείτονος έχει εκλείψει. Διαχειριζόμαστε πια την απομάκρυνση από το υποτιθέμενο σενάριο της ένταξης. Θα πρέπει με κάποιον τρόπο να διαμορφωθεί η εξέλιξη των σχέσεων.
Ως γνωστόν, οι σχέσεις μεταξύ της ΕΕ και της Τουρκίας θεμελιώνονται νωρίς, στη συμφωνία σύνδεσης του 1963, η οποία ακολούθησε την αντίστοιχη ελληνική που είχε υπογραφεί το 1961 και υπήρξε πρώτη μεταξύ των συμφωνιών σύνδεσης.
Ο προβληματισμός για τις σχέσεις έχει περάσει και από τις –κατά καιρούς– ανοιχτά απορριπτικές θέσεις χωρών όπως η Γαλλία και η Αυστρία. Ενόψει των ανυπέρβλητων δυσκολιών, οι ιδέες για πιθανά εναλλακτικά σενάρια βρίσκονταν συχνά κοντά στο προσκήνιο.
Το 2007 ο Γάλλος πρόεδρος Νικολά Σαρκοζί είχε προτείνει την ίδρυση μίας Οικονομικής, Πολιτικής και Πολιτιστικής Ένωσης των χωρών της Μεσογείου. Η Μεσογειακή Ένωση επρόκειτο να είναι κατά βάση οικονομική, αλλά θα είχε και πολιτικούς στόχους. Για τον φιλόδοξο Σαρκοζί, η επίλυση του Μεσανατολικού θα ήταν ένας από αυτούς.
Το σχέδιο για τη Μεσογειακή Ένωση ναυάγησε νωρίς, αλλά η Τουρκία είχε προλάβει να εκφράσει την έντονη αντίθεσή της με την ιδέα.
Είναι γεγονός ότι επίσημη θέση της Άγκυρας παραμένει η πλήρης ένταξη, ενώ υποστηρικτές της ευρωπαϊκής πορείας μπορούσαν παλαιότερα να βρεθούν ακόμη και εντός του AKP.
Είναι όμως επίσης γεγονός ότι οι δημοσκοπήσεις αποκαλύπτουν μια αυξανόμενη αδιαφορία αλλά και μια εντεινόμενη αντίθεση της μεγάλης πλειοψηφίας των Τούρκων πολιτών απέναντι στην προοπτική της ΕΕ.
Με δυο λόγια, το πλοίο έχει σαλπάρει και από τις δυο πλευρές: ούτε η ΕΕ ούτε η Τουρκία προσανατολίζονται πια σε μελλοντική ένταξη.
Η Ελλάδα έχει εμπορικές σχέσεις με την Τουρκία, με την οποία διατηρούμε πλεονασματικό εμπορικό ισοζύγιο (με την εξαίρεση επιμέρους ετών) και σχετικά καλές προοπτικές περαιτέρω ανάπτυξης.
Παρ’ ότι η κρίση της τουρκικής οικονομίας βρίσκεται σε εξέλιξη (κάμψη εξαγωγών, συνεχής υποχώρηση της λίρας, εξάντληση συναλλαγματικών διαθεσίμων), δεν μπορεί να αγνοηθεί η μακροπρόθεσμα δυναμική εικόνα μιας χώρας με εντυπωσιακή δημογραφική ανάπτυξη, αλλά και ΑΕΠ που ακόμη και τώρα βρίσκεται πάνω από τα 700 δισ. ευρώ. Η Τουρκία, η Ιταλία, η Γερμανία, η Βουλγαρία, η Κύπρος, αυτές είναι οι κύριες αγορές των ελληνικών εξαγώγιμων προϊόντων και υπηρεσιών.
Τι είδους σχέση ΕΕ - Τουρκίας θέλουμε;
Τόσο οι οικονομικές διαδράσεις όσο και το κρίσιμο πεδίο του ελέγχου της μετανάστευσης, μας οδηγούν στην ανάγκη συστηματικής και σχετικά σιωπηλής διερεύνησης σεναρίων για ένα νέο καθεστώς σύνδεσης που σταδιακά θα ρυθμίσει τις σχέσεις Ευρώπης - Τουρκίας.
Είναι σχεδόν βέβαιο ότι μια νέα εταιρική σχέση μεταξύ των δύο μερών θα υπάρξει στα επόμενα χρόνια. Το ερώτημα είναι εάν η ελληνική πλευρά θα συμβάλει κατά το δυνατόν λεπτομερώς στη διαμόρφωσή της, ως μέλος της ΕΕ και μάλιστα ως μέλος με συγκριτικά αρκετά ισχυρές διμερείς εμπορικές σχέσεις με τη γείτονα.
Βελτίωση μέσω ρήξης;
Κανείς δεν μπορεί να παραστήσει τον έκπληκτο ενόψει της εξελισσόμενης τουρκικής επιθετικότητας. Αναλύοντας την πρόκληση που συνιστά η εξελισσόμενη Τουρκία για τη Μεσόγειο, τη Μέση Ανατολή και ευρύτερα τον μουσουλμανικό κόσμο μέχρι τον Καύκασο, ο σπουδαίος Γάλλος αναλυτής François Géré έγραφε ήδη από το 2003:«Για την Τουρκία, η διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης και η αρχή μιας περιόδου γρήγορης ανάπτυξης της τουρκικής οικονομίας, διαμόρφωσε στην Άγκυρα την αίσθηση μιας κάποιας επιστροφής στην Αυτοκρατορία».
Μακροπρόθεσμα, τρεις θα είναι –σε τελική ανάλυση– οι βασικοί πυλώνες που θα μας επιτρέψουν να ανταποκριθούμε με επιτυχία στη δομική πρόκληση που συνιστά στο διηνεκές η Τουρκία για την Ελλάδα.
Ο πρώτος και απολύτως απαραίτητος είναι το περαιτέρω χτίσιμο της ελληνικής αποτρεπτικής ισχύος, χωρίς την οποία το μέλλον θα είναι γεμάτο αγκάθια.
Δεύτερο πυλώνα συνιστούν το πλέγμα των διμερών και πολυμερών σχέσεων με χώρες όπως η Γαλλία, το Ισραήλ και οι ΗΠΑ αλλά και το εξελισσόμενο πλαίσιο του ΝΑΤΟ.
Ο τρίτος πυλώνας, λιγότερο ορατός αλλά επίσης σημαντικός, θα αποκτήσει υπόσταση εάν διαμορφωθεί με τη συμβολή και της Αθήνας ένα προσεκτικά δουλεμένο μελλοντικό εταιρικό καθεστώς ΕΕ - Τουρκίας που θα μας βγάλει από το επικίνδυνο αδιέξοδο της δήθεν «ενταξιακής πορείας» αλλά παράλληλα θα συνδέει την εξέλιξή του με τη συμπεριφορά της Άγκυρας.
Με τα σημερινά δεδομένα, η ΕΕ πιθανότατα θα εξακολουθήσει να σύρεται πίσω από τις γεωπολιτικές εξελίξεις, ως οικονομικός γίγαντας αλλά εσωτερικά σπαρασσόμενος πολιτικός νάνος.
Από την άλλη πλευρά, εάν η ΕΕ τελικά κατορθώσει να συγκλίνει στη συστηματική στόχευση μιας καλύτερης οικονομικής - εμπορικής σχέσης με την Τουρκία, που όμως πραγματικά θα συνοδεύεται από σεβασμό της τελευταίας στην κυριαρχία, τις εξωτερικές σχέσεις και τις αξίες των μελών της ΕΕ, τότε η επίτευξη αυτού του θετικού σεναρίου (χωρίς μια άμεση, μαγική απόκτηση νέων διαδικασιών και εργαλείων πολιτικής από την ΕΕ) θα φανεί ότι διέρχεται μέσα από δύο εναλλακτικά μονοπάτια.
Το πρώτο προϋποθέτει αλλαγή των τουρκικών βλέψεων στην Ανατολική Μεσόγειο και περιορισμό των αναθεωρητικών προσεγγίσεων στις διεθνείς σχέσεις της περιοχής.
Δυστυχώς, ο Ερντογάν έχει τόσο πολύ «φορτώσει» την τουρκική κοινή γνώμη με μηνύματα επιθετικού εθνικισμού, ενώ και το βαθύ κράτος έχει σε τόσο βαθμό αναδυθεί και μάλιστα με καθαρά επεκτατικό πρόσημο, που αυτό το μονοπάτι προς το θετικό σενάριο υφίσταται αλλά φαίνεται σήμερα λιγότερο πιθανό.
Το δεύτερο μονοπάτι περνάει μέσα από την σοβαρή κρίση και την παροδική ρήξη των σχέσεων ΕΕ - Τουρκίας.
Δεν θα είναι το τέλος του κόσμου, παρ’ ότι συγκεκριμένα γερμανικά και ισπανικά συμφέροντα θα πληγωθούν παροδικά (το ίδιο και κάποια υπόγεια δίκτυα εξουσίας στη Βαλέτα και τη Σόφια).
Όμως μια πραγματική επανεκκίνηση των σχέσεων ΕΕ - Τουρκίας στη βάση μιας ειδικής σχέσης που θα εδράζεται σε ένα επεξεργασμένο πλαίσιο και θα αποκλείει πολεμικές λύσεις των όποιων διαφορών θα είναι προς το συμφέρον όλων των μερών.
Πιθανή επιδείνωση των συνθηκών στα πολλαπλά μέτωπα της Τουρκίας θα μπορούσε να φέρει αυτό το σενάριο κοντά στο έτος-όραμα 2023. Η ιστορία είναι γεμάτη ειρωνείες.
Σε κάθε όμως περίπτωση, μέχρι τη βελτίωση των όρων συνύπαρξης με τη γείτονα χωρίς τον κίνδυνο φινλανδοποίησης, η Ελλάδα οφείλει να προετοιμάζεται συστηματικά για όλα τα ενδεχόμενα.
Ένα προσωρινό συμπέρασμα
Ο νεο-οθωμανικός αναθεωρητισμός της Τουρκίας δεν θα αποτραπεί από την ΕΕ.
Μπορεί να αποτραπεί από διαφορετικούς πιθανούς συνδυασμούς κρατών που συντονίζονται κατά περίπτωση στη βάση επιμέρους προκλήσεων (ΗΠΑ, Γαλλία, Ισραήλ, Αίγυπτος, Εμιράτα, Ελλάδα, Κύπρος) ή διαμορφώνουν γενικότερες στρατηγικές συγκλίσεις (Γαλλία, Ελλάδα, Κύπρος).
Η όλη διαδικασία θα διευκολυνθεί από την παράλληλη διαμόρφωση ενός έξυπνου και καλοδουλεμένου πλαισίου για τις μελλοντικές οικονομικές και εμπορικές σχέσεις ΕΕ - Τουρκίας, αφού εγκαταλειφθεί και επίσημα η δήθεν προοπτική της ενταξιακής πορείας.
Με δυο λόγια, έχουμε μπροστά μας μια μακρά και σύνθετη πορεία. Ας εγκαταλείψουμε την παραπλανητική αναζήτηση για γρήγορες, εύκολες «λύσεις».
Σε έναν αναδυόμενο πολυπολικό κόσμο, που διαθέτει ταυτόχρονα χαρακτηριστικά ασύμμετρης πολυεπίπεδης διακυβέρνησης, τα λιμάνια της θαλπωρής που γνωρίσαμε στην μορφή προηγμένων πολυμερών συνεργασιών και περιφερειακών ενοποιήσεων είναι ταυτόχρονα απαραίτητα αλλά και δυνάμει παραπλανητικά.
Το τέλος της δεκαετίας αφήνει μια ΕΕ εξελισσόμενη αλλά με κρίσιμες εσωτερικές ρωγμές και – ακόμη σημαντικότερο – μια Ευρώπη που θα επιχειρήσει να ισορροπήσει σε νέες συνθήκες χωρίς να επιτύχει, στο εσωτερικό της, μια συναίνεση για τις στρατηγικές κατευθύνσεις και τον ρόλο των μελών της στην επίτευξη τους.
Επιμένω, κατά συνέπεια, ότι τα σχηματικά κλισέ περί του καλού «φιλελεύθερου διεθνισμού» που θα επανακάμψει αντιπαρατιθέμενος με τον κακό «λαϊκιστικό εθνικισμό» είναι άνευ αξίας.
Ως προς τις ΗΠΑ, μια πλήρης στροφή στον απομονωτισμό ήταν και παραμένει απίθανη: κάθε ανάλυση της αμερικανικής εξωτερικής πολιτικής προϋποθέτει την κατανόηση της θεμελιώδους σημασίας της παράδοσης του αμερικανικού διεθνισμού.
Μόνο που η παράδοση αυτή δεν ταυτίζεται με την ηγεμονικά παρεμβατική εκδοχή της, η οποία έχει από δεκαετίες εισέλθει σε αργή αλλά μη αναστρέψιμη πορεία αναδίπλωσης, ανεξάρτητα από επιμέρους διακυμάνσεις.
Αυτό που μένει και που συνεχώς ανανεώνεται είναι η επίμονη εξωστρέφεια των ΗΠΑ, σε πεδία που αναφέρονται τόσο στην ήπια όσο και στη σκληρή ισχύ. Σε ένα νέο, πολυπολικό πλαίσιο.
Αυτό είναι το πλαίσιο μέσα στο οποίο οφείλουμε να προβληματιστούμε και για τα ζητήματα της περιοχής μας.
Η σημαντική και απολύτως θετική τάση μερικής επιστροφής στην πολυμέρεια που εκφράζει σε πρώτη φάση η νέα διοίκηση στην Ουάσιγκτον δεν συνεπάγεται αυτόματη επίλυση των προβλημάτων που μας απασχολούν. Αντίθετα, επιβάλλει την προσεκτική ανάλυση της πραγματικότητας που θα αναδυθεί μέσα από το ξεδίπλωμα των μετέπειτα φάσεων.
Σε έναν κόσμο πολυπολικό, με μερικές συγκλίσεις σε επιμέρους θεματικά πεδία αλλά και τις αβεβαιότητες που είχε προ πολλών ετών επισημάνει τόσο εύστοχα ο Rosecrance, εξηγώντας ότι μια πολυπολική παγκόσμια τάξη θα αυξήσει τον αριθμό των διεθνών συγκρούσεων παρόλο που θα μειώσει, πιθανότατα, την βαρύτητά τους.
Σε ένα διπολικό σύστημα υπάρχει μια βασική αντιπαλότητα, λόγω της οποίας ελέγχονται ή – σε ορισμένες συγκυρίες – μέσω της οποίας διαθλώνται και επανακαθορίζονται οι υπόλοιποι ανταγωνισμοί. Όμως η πολυπολικότητα μπορεί να συνδυαστεί με πολλαπλές εστίες συγκρούσεων. Πολυπολικό είναι το νέο περιβάλλον και ας μην μας αποπροσανατολίζουν οι τάσεις πολώσεων που θα έρχονται και θα παρέρχονται κατά καιρούς.
*Ο Κώστας Α. Λάβδας είναι Καθηγητής Α’ Βαθμίδας και Διευθυντής του Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Διεθνείς Σχέσεις και Στρατηγικές Σπουδές» στο Τμήμα Διεθνών, Ευρωπαϊκών και Περιφερειακών Σπουδών στο Πάντειο Πανεπιστήμιο.
Διαβάστε επισης: Ένας πολυπολικός, απρόβλεπτος κόσμος (Α Μέρος)
*Σημείωση: Οι απόψεις των αρθρογράφων αποτελούν προσωπικές θέσεις και δεν αποτελούν τυχόν θέσεις του newshub.gr
-
16 Απριλιου 2025, 12:30Η επόμενη μέρα στη Μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου-Η δύσκολη εκλογή Μητροπολίτη και οι παράγοντες που θα την κρίνουν
-
16 Απριλιου 2025, 12:20Δ. Μινώα Πεδιάδας: Η αστυνομική έρευνα στο μαντρί 46χρονου έφερε στο φως σωρεία παραβάσεων
-
17 Απριλιου 2025, 07:11Γιώργος Σισαμάκης: Γίνεται πράξη ένα όνειρο δεκαετιών για τους Ηρακλειώτες (Βίντεο)
-
16 Απριλιου 2025, 13:50Ένωση Δημάρχων Κρήτης: Στόχος ο ενιαίος ΒΟΑΚ από Σητεία μέχρι Κίσαμο-Απαράδεκτες οι δηλώσεις Ταχιάου
-
17 Απριλιου 2025, 07:06Πάνω από 10 δισ. ευρώ πληρώνει η Ελλάδα για εισαγωγές αγροτοδιατροφικών προϊόντων – Ο Π. Ιερωνυμάκης σε μια αποκαλυπτική συνέντευξη!
-
16 Απριλιου 2025, 17:05Δώρο του Πάσχα: Μέχρι σήμερα στις 12 τα μεσάνυχτα οι εργοδότες υποχρεούνται να το βάλουν