Η πλήρωση της μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου με μεταθετό

Λόγω των συζητήσεων που γίνονται στα Χανιά για την κάλυψη της κενωθείσας θέσης του μητροπολίτη Κυδωνίας και Αποκορώνου με «μεταθετό», πρέπει να αναφέρω διευκρινιστικά τα παρακάτω:
Α. Τι ισχύει με βάση τις διατάξεις του Κανονικού Δικαίου
Η επιθυμία Αρχιερέων για αλλαγή εκκλησιαστικής περιφέρειας, ήταν από πολύ παλιά και συνεχίζει να είναι συνηθισμένο φαινόμενο, που βρίσκει την έκφρασή του με τρεις διαφορετικούς τρόπους.
Οι τρόποι αυτοί είναι η μετάθεση, η μετάβαση και η επίβαση.
Μετάθεση είναι η κατόπιν αποφάσεως συνοδικού οργάνου της Εκκλησίας μεταφορά ενός μητροπολίτη, ο οποίος είναι αναγνωρισμένος για την αξία και το κύρος του, από τη μητρόπολη στην οποία υπηρετεί, σε άλλη της οποίας το πλήρωμα έχει παρεκκλίνει από τα δόγματα της Εκκλησίας.
Μετάβαση είναι η κατόπιν αποφάσεως συνοδικού οργάνου της Εκκλησίας τοποθέτηση σχολάζοντος ή εφησυχάζοντος μητροπολίτη, δηλαδή μητροπολίτη ο οποίος παραιτείται οικειοθελώς, συνήθως λόγω προβλημάτων υγείας.
Επίβαση νοείται η αυθαίρετη μεταφορά και κατάληψη σχολάζουσας μητρόπολης από μητροπολίτη, ανεξάρτητα αν αυτός είναι σχολάζων ή όχι.
Αντίθετα, απορρίπτεται και δεν περιλαμβάνεται στην έννοια της μετάθεσης, η επίβαση, επειδή είναι πράξη αυθαίρετη, δεν στηρίζεται δηλαδή σε απόφαση διατεταγμένου οργάνου της Εκκλησίας, και αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση προσωπικού οφέλους. Από εκεί και πέρα μένει να δούμε, ποια μετάθεση υπό την παραπάνω έννοια είναι επιτρεπτή και ποια όχι.
Την απάντηση στο συγκεκριμένο ερώτημα δίνει κατ’ αρχήν ο 14ος κανόνας των Αποστόλων, ο οποίος ορίζει: «Ἐπίσκοπον μὴ ἐξεῖναι καταλείψαντα τὴν ἑαυτοῦ παροικίαν ἑτέρᾳ ἐπιπηδᾶν, κἂν ὑπὸ πλειόνων ἀναγκάζηται, εἰ μή τις εὔλογος αἰτία ᾖ, τοῦτο βιαζομένη αὐτὸν ποιεῖν, ὡς πλέον τι κέρδος δυναμένου αὐτοῦ τοῖς ἐκεῖσε λόγῳ εὐσεβείας συμβάλλεσθαι· καὶ τοῦτο δὲ οὐκ ἀφ᾿ ἑαυτοῦ, ἀλλὰ κρίσει πολλῶν ἐπισκόπων, καὶ παρακλήσει μεγίστῃ» (βλ. το κείμενο σε Αν. Βαβούσκου, Κώδικας Νομοκανονικός, εκδ. Μέθεξις, Θεσσαλονίκη 2016, 250).
Από τον κανόνα προκύπτουν αμέσως τρία στοιχεία.
Πρώτο στοιχείο: Η γενική απαγόρευση μετάθεσης μητροπολίτη από τη μητρόπολη, την οποία κλήθηκε να υπηρετήσει, προς μια οποιαδήποτε άλλη.
Δεύτερο στοιχείο: Η εξαίρεση στον παραπάνω γενικό απαγορευτικό κανόνα, που καθιστά επιτρεπτή την μετάθεση από μια μητρόπολη σε μια άλλη υπό ορισμένες όμως προϋποθέσεις. Οι προϋποθέσεις αυτές είναι:
α) η ύπαρξη εύλογης αιτίας. Σαν εύλογη αιτία αναγνωρίζεται η ενίσχυση της πίστης και της ευσέβειας της μητρόπολης, προς την οποία θα κατευθυνθεί πιθανόν ο μητροπολίτης που πρόκειται να μετατεθεί. Επειδή, όμως, η απόφαση για μετάθεση συνιστά «στοχευμένη» ενέργεια, αφού αποφασίζεται και συντελείται στο όνομα συγκεκριμένων αναγκών, που συνιστούν την έννοια της «εύλογης αιτίας», αυτονόητο θα πρέπει να θεωρηθεί, ότι η ενέργεια αυτή για να είναι και αποτελεσματική, θα πρέπει να ακολουθείται και από αντίστοιχη «στοχευμένη» απόφαση ως προς την επιλογή του προσώπου του μητροπολίτη, που θα κληθεί με τη μετάθεσή του, να λύσει και το πρόβλημα που ανέκυψε, και επέβαλε την τοποθέτηση του στη μητρόπολη που έχει το πρόβλημα.
β) η ύπαρξη συνοδικής απόφασης και όχι η κατόπιν πρωτοβουλίας του επιθυμούντος να μετατεθεί μητροπολίτη κατάληψη της συγκεκριμένης μητρόπολης.
Τρίτο στοιχείο: Η επαναφορά στον γενικό απαγορευτικό κανόνα, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις, που καθιστούν επιτρεπτή την μετάθεση. Έτσι, εφόσον δεν πληρούται μια εκ των δύο προϋποθέσεων (εύλογη αιτία ή συνοδική απόφαση), η μετάθεση είναι μη επιτρεπτή και, εάν τυχόν γίνει, είναι αντικανονική. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση, που ενώ υπήρξε συνοδική απόφαση, αυτή αργότερα ανακλήθηκε. (Βλέπε περίπτωση του Επισκόπου Μέτρων Μακαρίου, Κανονικαί Διατάξεις, Τόμος Α΄, 73επ.).
Πλήρη απόδειξη, μάλιστα, της άρνησης της Εκκλησίας να δεχθεί ευχερώς το μεταθετό των επισκόπων, συνιστά ο 1ος κανόνας της συνόδου της Σαρδικής (βλ. Αν. Βαβούσκου, ο.π., 116), ο οποίος στηλιτεύει με ιδιαίτερα έντονο ύφος και σκληρή γλώσσα τις επιδιώξεις επισκόπων να επιτύχουν τη μετάθεσή τους από μικρότερη επαρχία σε αντίστοιχη μεγαλύτερη, καθόσον ουδέποτε εμφανίσθηκε το αντίθετο φαινόμενο υποβολής αιτήματος για μετάθεση από μεγαλύτερη σε μικρότερη επαρχία: Βεβαίως, όπως ορθώς παρατηρεί και στο υπό τον κανόνα ερμηνευτικό σχόλιό του ο Θ. Βαλσαμών (Σύνταγμα Ράλλη – Ποτλή, Τ. ΙΙ, 230 – 231), η αναφορά του κανόνα στο φαινόμενο μεταθέσεων από μικρότερη σε μεγαλύτερη δεν συνεπάγεται ότι είναι επιτρεπτή η μετάθεση από μεγαλύτερη πόλη σε μικρότερη. Συνεπώς, και αυτή απαγορεύεται με την σειρά της, εφόσον δεν πληρούνται οι προϋποθέσεις του 14ου κανόνα των Αποστόλων.
Η σύνοδος, όμως, της Σαρδικής δεν αρκέσθηκε στην ψήφιση του 1ου κανόνα. Προχώρησε και στην ψήφιση ακόμη ενός κανόνα, συναφούς με αυτόν που ήδη είχε ψηφίσει. Αφορμή στάθηκε η πληροφόρηση της συνόδου, ότι όταν κάποιος επίσκοπος επιθυμούσε να μετατεθεί, έπειθε διά χρημάτων κατοίκους της προς μετάθεσιν Μητρόπολης, να του γράψουν επιστολές, υποστηρίζοντας ότι αυτός (και αποδέκτης των επιστολών) είναι ο καταλληλότερος για την χηρεύουσα Μητρόπολη.
Με αυτά τα δεδομένα, η σύνοδος της Σαρδικής ψήφισε και τον 2ο κανόνα (βλ. Αν. Βαβούσκου, ο.π., 116), ο οποίος προβλέπει την επιβολή της ποινής του αφορισμού, για όποιον επίσκοπο ακολουθεί τέτοιες πρακτικές, κατά τον κανόνα «ραδιουργίας» και «τέχνας»: «Ὅσιος ἐπίσκοπος εἶπεν· Εἰ δέ τις τοιοῦτος εὑρίσκοιτο μανιώδης ἢ τολμηρός, ὡς περὶ τῶν τοιούτων δόξαι τινὰ φέρειν παραίτησιν, διαβεβαιούμενον ἀπὸ τοῦ πλήθους ἑαυτὸν κεκομίσθαι γράμματα, δῆλόν ἐστιν, ὀλίγους τινὰς δεδυνῆσθαι, μισθῷ καὶ τιμήματι διαφθαρέντας, ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ στασιάζειν, ὡς δῆθεν τὸν αὐτὸν ἔχειν ἐπίσκοπον ἀξιοῦντας. Καθάπαξ οὖν τὰς τοιαύτας ῥᾳδιουργίας καὶ τέχνας οὐ δεκτέας, ἀλλὰ μᾶλλον κολαστέας εἶναι νομίζω, ὥστε μηδένα τοιοῦτον μηδὲ ἐν τῷ τέλει λαϊκῆς γοῦν ἀξιοῦσθαι κοινωνίας. Εἰ τοίνυν ἀρέσκει ἡ γνώμη αὕτη, ἀποκρίνασθε. Ἀπεκρίναντο· Τὰ λεχθέντα ἤρεσεν».
Από τα παραπάνω, βγαίνει το εξής συμπέρασμα: Σε κάθε περίπτωση, ό,που κρίνεται το επιτρεπτό μιας μετάθεσης, αυτή αποφασίζεται από συνοδικό όργανο, συλλογικό όργανο δηλαδή της Εκκλησίας, που στην συγκεκριμένη περίπτωση θα είναι η Σύνοδος της εκκλησιαστικής περιφέρειας, εντός των ορίων της οποίας βρίσκεται η επαρχία, που θα εγκατασταθεί ο μετατεθείς μητροπολίτης.
Περαιτέρω, από το ίδιο όργανο θα γίνει και η επιλογή του προσώπου, που θα κληθεί να αναλάβει την διαποίμανση της «προβληματικής» επαρχίας με μετάθεση.
Τέλος, κατά τους ιερούς κανόνες το αμετάθετο των μητροπολιτών είναι ο κανόνας και το μεταθετό είναι η εξαίρεση, και αυτή υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις.
Β. Στο ίδιο πλαίσιο κινούνται και οι ρυθμίσεις του Καταστατικού Χάρτη της Εκκλησίας της Ελλάδος. Κατά την σχετική διάταξη (άρθρο 24 πργφ. 2): «Ἡ πλήρωσις Μητροπόλεως γίνεται κανονικῶς δι᾿ ἐκλογῆς, ἐξαιρετικῶς δέ δύναται νά γίνῃ κατ᾿ ἄσκησιν οἰκονομίας πρός μεῖζον τῆς Ἐκκλησίας ὄφελος καί διά καταστάσεως μετ᾿ ἀπόφασιν τῆς Ι.Σ.Ι., λαμβανομένην κατά τά εἰς τήν ἑπομένην παράγραφον ὁριζόμενα, ἀνεξαρτήτως δέ τῆς ἐδαφικῆς ἐκτάσεως ἢ τοῦ πληθυσμοῦ τῆς πρὸς πλήρωσιν Μητροπόλεως».
Το μεταθετό έγινε στην εκκλησία της Κρήτης στην περίπτωση του μητροπολίτη Ειρηναίου Γαλανάκη. Με την απόφασή της, η σύνοδος της εκκλησίας της Κρήτης, αποκατέστησε την τάξη και την ομαλότητα στο πλήρωμα των επαρχιών Κισάμου και Σελίνου, συγχρόνως, πραγματοποιήθηκε η μετάθεση του εκλεγέντος μητροπολίτη Νεκτάριου στη μητρόπολη Κάσου και Καρπάθου που ανήκει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Άλλες δύο περιπτώσεις με μεταθετό –και οι δύο κατά την ταπεινή μου άποψη αποτυχημένες- ήταν:
1. Το 1979 του Κύριλλου Κυπριωτάκη από τη μητρόπολη Κισάμου και Σελίνου στη μητρόπολη Γορτύνης και Αρκαδίας και
2. Το 1987 του Θεόδωρου Τζεδάκη, ο οποίος μετατέθηκε στη μητρόπολη Ρεθύμνης και Αυλοποτάμου.
Στις μέρες μας, θεωρώ ότι δε συντρέχει κανένας λόγος ώστε να χρησιμοποιηθεί το μεταθετό για την πλήρωση της μητρόπολης Κυδωνίας και Αποκορώνου, της δεύτερης πολυπληθέστερης μητρόπολης της Εκκλησίας της Κρήτης με πληθυσμό άνω των 140.000 κατοίκων. Αν προχωρήσει η εκλογή με το μεταθετό, τούτο, ίσως να επιφέρει μεγάλα προβλήματα τόσο στα Χανιά όσο και στις σχέσεις της Εκκλησίας της Εκκλησίας της Κρήτης με το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως και πιθανόν να ανοίξει ο δρόμος ώστε το Φανάρι να αποφασίζει τη μετάθεση μητροπολιτών από την Κρήτη σε άλλες μητροπόλεις του Οικουμενικού Θρόνου, όπως συνέβη και κατά το παρελθόν.
Φρονώ ότι θα πρέπει να προχωρήσει εκλογή κατά τα προβλεπόμενα στον Καταστατικό Χάρτη της Εκκλησίας της Κρήτης, δηλαδή εκλογή νέου μητροπολίτη, οπωσδήποτε Χανιώτη, με διοικητικές και άλλες ικανότητες, ώστε να επανέλθει η ομόνοια στη μητρόπολη Κυδωνίας και Αποκορώνου και Εξαρχία Κρητικού και Μυρτώου πελάγους.
Ακούνε ο Περιφερειάρχης Κρήτης κ. Στ. Αρναουτάκης και ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ευγένιος;
Ο Ευθύμης Γ. Λεκάκης είναι νομικός, ιστορικός, ερευνητής και συγγραφέας
*Σημείωση: Οι απόψεις των αρθρογράφων αποτελούν προσωπικές θέσεις και δεν αποτελούν τυχόν θέσεις του newshub.gr
-
14 Μαΐου 2025, 01:54Μεταμεσονύχτιος - πολύ ισχυρός - σεισμός ταρακούνησε την Κρήτη (Φωτο + Βίντεο)
-
13 Μαΐου 2025, 15:30Κηδεία "Χαζήρη": Οι Κρήτες καλλιτέχνες αποχαιρέτησαν τον επιχειρηματία Μιχάλη Χατζηδάκη στο «παλάτι» του (φωτο)
-
13 Μαΐου 2025, 15:20Ηράκλειο: Νέα καραμπόλα στον κόμβο Σκαλανίου προκάλεσε αναστάτωση (Φωτο)
-
14 Μαΐου 2025, 09:50Το μνημόσυνο του Μητροπολίτη Χανίων Δαμασκηνού και η κρίσιμη εβδομάδα της απόφασης για το διάδοχο του
-
14 Μαΐου 2025, 16:39Κρήτη: Τραγωδία σε γαμήλιο γλέντι - Νεκρός 56χρονος πατέρας τεσσάρων παιδιών
-
14 Μαΐου 2025, 20:14Γιώργος Στειακάκης: «Ένα τσιγάρο να πετάξει κάποιος, θα γίνει στη Φοινικιά το «έλα να δεις» - Έχουνε αφήσει ακαθάριστους τους δρόμους»