« Ο Δρόμος είχε τη δική του ιστορία….»
Ένα από τα αγαπημένα τραγούδια της δεκαετίας του 70, που σχεδόν σε κάθε συναυλία τραγουδούσαμε, ήταν «Ο δρόμος» του Μάνου Λοΐζου σε στίχους της Κωστούλας Μητροπούλου. Τότε, οι τοίχοι της πόλης μας κουβαλούσαν την ιστορία του δρόμου, με συνθήματα απελευθέρωσης («Κάτω η Χούντα» , «Ελευθερία»), αλληλεγγύης σε εθνικοαπελευθερωτικούς αγώνες («Λευτεριά στην Παλαιστίνη - Νίκη στην PLO» , «Λευτεριά στην Κύπρο» «Κύπρος Ενιαία Ανεξάρτητη»), εθνικής ανεξαρτησίας («Έξω οι βάσεις», «Έξω οι Αμερικάνοι» ) δημοκρατίας και διεθνισμού («Ψωμί, Παιδεία , Ελευθερία», «Κάτω ο Ιμπεριαλισμός»).
Έντονες προφανώς οι επιρροές από την επτάχρονη δικτατορία, την εισβολή στην Κύπρο, τον αγώνα των εθνικοαπελευθερωτικών κινημάτων που δεχόταν την ιμπεριαλιστική επίθεση στην κορύφωση του ψυχρού πολέμου.
Πέρασαν πολλά χρόνια από τότε, ο ψυχρός πόλεμος τελείωσε με νίκη του καπιταλισμού, η δικτατορία στη χώρα μας έπεσε , όμως οι τοίχοι εξακολουθούν να γράφουν την ιστορία των δρόμων, τα αιτήματα των κινημάτων, τα ζητούμενα της εποχής.
Σήμερα βέβαια τα συνθήματα ως επί το πλείστον αφορούν την αστυνομική βία (προφανώς καταδικαστέα) και τα ατομικά δικαιώματα (ευλόγως σεβαστά).
Αναρωτιέται κανείς γι’ αυτή τη μεταστροφή προσπαθώντας να αντιληφθεί αν η δημοκρατία, η ελευθερία, τα δικαιώματα των λαών, ο ιμπεριαλισμός σε όλες του τις μορφές, εξέλειπαν και οδηγηθήκαμε από το συλλογικό στο ατομικό, από τα ζητήματα της εκμετάλλευσης και της καταπίεσης, σε ζητήματα χειραφέτησης κοινωνικών ομάδων, ή όπως σχηματικά θα λέγαμε με την «ξύλινη» πολιτική γλώσσα, από τις κυρίαρχες, στις δευτερεύουσες αντιθέσεις.
Καθετί όμως έχει την εξήγηση του. Ας μην ξεχνούμε και το ιστορικό μας βάρος ως λαός, γιατί είναι γνωστό πως οι Έλληνες πέρασαν από τον μύθο στον Λόγο σε μια προσπάθεια ερμηνείας των φαινομένων και όχι απλά παρατήρησης τους. Θα επιχειρήσουμε μια προσπάθεια ερμηνείας του φαινομένου.
Τη δεκαετία λοιπόν του 70 αναδείχθηκε από το δυτικό μέτωπο το ζήτημα των ατομικών δικαιωμάτων. Μια ευφυής έμπνευση που στόχευε σε πολλά μέτωπα και είχε πολλούς αποδέκτες.
Κατ’ αρχήν αναδείκνυε την «υπεροχή» του δυτικού κόσμου απέναντι στο Σοβιετικό καθεστώς, το οποίο ήδη έπνεε τα λοίσθια εξαιτίας των εσωτερικών του αντιθέσεων. Χρησιμοποιήθηκε από τον Ρήγκαν και τη Θάτσερ για να χτυπηθούν οι ογκούμενες συλλογικές εργατικές διεκδικήσεις.
Έβαζε σε δεύτερη μοίρα τα ζητήματα εθνικής απελευθέρωσης, την πολυμέτωπη επίθεση του ιμπεριαλισμού σε εθνικό, οικονομικό και πολιτιστικό επίπεδο, αναδεικνύοντας ως κυρίαρχα τα αιτήματα συλλογικοτήτων που αδυνατούσαν να συνδέσουν τις διεκδικήσεις τους με την κοινωνική και εθνική απελευθέρωση, ευνοώντας με αυτό τον τρόπο τα σχέδια των ισχυρών της γης.
Οδήγησε στην υπέρμετρη διόγκωση συντεχνιακών και κλαδικών διεκδικήσεων που αποτέλεσαν επίφαση συλλογικής κοινωνικής δράσης.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα στη χώρα μας αποτελεί το φοιτητικό κίνημα που γνώρισε μια πρωτόγνωρη για τα παγκόσμια δεδομένα ανάπτυξη από το 1973 και έπειτα, δεν είχε όμως τα πολιτικά εφόδια να υπερβεί τη φύση του και να συνδεθεί με το εργατικό και το αγροτικό κίνημα και τελικά με την κοινωνία.
Όπως αναφέρει ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης: «Τα πολιτικά κόμματα, το φοιτητικό κίνημα δεν είχαν άποψη για την οικονομική κρίση, τις επιπτώσεις της στον ρόλο και τη λειτουργία του πανεπιστημίου. Δεν μπορούσαν να δουν τους μετασχηματισμούς σε αυτό τον χώρο σαν μετασχηματισμούς που αφορούν όλη την κοινωνία , τους εργαζόμενους τους αγρότες και όχι μόνο την «πανεπιστημιακή κοινότητα». Έτσι, αντί για μια πολιτική και οργανωτική ενότητα του φοιτητικού κινήματος με το συνδικάτο και τους συνεταιρισμούς, είχαμε ένα συντεχνιακό «μέτωπο παιδείας» . Μια σύνθεση μελλοντικών και υπαρκτών κρατικοδίαιτων μικρομεσαίων στρωμάτων, προϊόντων ενός εκπαιδευτικού υποσυστήματος στην υπηρεσία του εξαρτημένου συντεχνιακού γραφειοκρατικού κράτους»(Πανεπιστήμιο : Επιστροφή, Μετασχηματισμός ή τέλος του μύθου).
Μάλιστα τα τελευταία χρόνια κυρίαρχα ζητήματα διεκδίκησης του εκπαιδευτικού κινήματος, αποτελούν οι εκπαιδευτικές μεταρρυθμίσεις, το σύστημα εξετάσεων, τα φοιτητικά δικαιώματα, τα ζητήματα αξιολόγησης, και όχι η παιδεία μιας διαφορετικής κοινωνικής, πολιτικής και οικονομικής οργάνωσης.
Πρέπει εδώ να θυμίσουμε ότι τη δεκαετία του ‘50 η αλληλεγγύη του λαού μας στην Κύπρο ήταν κυρίαρχο αίτημα των εκπαιδευτικών κινητοποιήσεων.
Κατά τη γνώμη μου αυτή η μετάλλαξη είναι αποτέλεσμα της πολιτικής μεταστροφής από το συλλογικό στο ατομικό και προφανώς έχει την διαδρομή και την ερμηνεία της.
Μετά το τέλος του ψυχρού πολέμου ενισχύθηκαν οι αποσχιστικές τάσεις σε χώρες του πρώην ανατολικού συνασπισμού, γιατί είναι προφανές πως μικρά κρατίδια χωρίς οικονομική ισχύ και κρατικό μέγεθος είναι εύκολη λεία στα δόντια των ισχυρών που τα χρησιμοποιούν για να πετύχουν τις μακροπρόθεσμες στοχεύσεις τους. Αρκεί να θυμηθούμε τι έγινε στα Βαλκάνια και στις χώρες του υπαρκτού σοσιαλισμού.
Και βέβαια αξίζει να υπενθυμίσουμε ότι όλοι οι βομβαρδισμοί στην πρώην Γιουγκοσλαβία και στις χώρες του Κόλπου έγιναν στο όνομα της προστασίας των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Όταν δρομολογήθηκαν αυτές οι εξελίξεις και οδήγησαν σε μικρά κράτη δορυφόρους του ιμπεριαλισμού, εξαρτώμενα από οικονομικούς οργανισμούς και ισχυρές χώρες, προχωρήσαμε στο επόμενο βήμα ,την υλοποίηση της κοινωνικής διαίρεσης στη βάση δευτερευουσών και όχι κυρίαρχων αντιθέσεων του συστήματος εκμετάλλευσης.
Έτσι, αντί οι κοινωνίες να ταξινομούνται ενάντια στην καταπίεση και την εκμετάλλευση με όρους πολιτικούς, προσδιορίζονται με βάση τα ατομικά (ανθρώπινα) δικαιώματα.
Είναι μια επιστροφή στο παρελθόν που προφανώς εξυπηρετεί το πολιτικό και οικονομικό κατεστημένο.
Το πολιτικά ορθό, η ομογενοποιημένη σκέψη, ο πολυπολιτισμός και ο μεταμοντερνισμός κυριαρχούν ως ζητούμενα στην πολιτική προβληματική.
Εντούτοις, τα ζητήματα αυτοπροσδιορισμού και χειραφέτησης, είναι κατά τη γνώμη μου δευτερεύοντα σε σχέση με την σύγκρουση με τον οικονομικό και πολιτιστικό ιμπεριαλισμό σε σχέση με το ζήτημα της κοινωνικής απελευθέρωσης και της δημοκρατίας.
Αλλά και τα πολιτικά κόμματα στη χώρα μας δεν έχουν πρόταση εξόδου από την κρίση, δε μπορούν να προτείνουν ένα διαφορετικό αναπτυξιακό σχέδιο προσαρμοσμένο στις δυνατότητες του τόπου μας που θα οδηγήσει σε μια άλλη εργασιακή και οικονομική πολιτική, και γι’ αυτό υιοθετούν αυτή την πρακτική.
Προσεγγίζουν για παράδειγμα τις γυναίκες ως κοινωνικό χώρο και όχι ως πολιτικά υποκείμενα και για αυτό εφαρμόζουν πολιτικές ποσοστώσεων στις εκλογικές τους διαδικασίες.
Μιλούν για την περιβαλλοντική κρίση χωρίς να την αναλύουν ως αποτέλεσμα μιας στρεβλής αναπτυξιακής πολιτικής που μεγιστοποιεί τη ζήτηση δημιουργώντας καταναλωτές και όχι σκεπτόμενους πολίτες.
Καταδικάζουν την κρατική βία ενώ δεν προτείνουν ένα διαφορετικό πρότυπο κρατικής οργάνωσης που θα εξαλείφει την εκμετάλλευση και την καταπίεση των ασθενέστερων τάξεων.
Συνυφαίνουν την ευημερία με την καταναλωτική δυνατότητα και όχι με την οικονομία.
Και στο όνομα της αποτελεσματικής διοίκησης και της συντεταγμένης εξουσίας καταπατούν κάθε δημοκρατικό πολιτικό δικαίωμα.
Από την άλλη μεριά η κοινωνία παρακολουθεί αποσβολωμένη, δείχνει την πολιτική της αγωνία συμμετέχοντας σε κινήματα ήσσονος σημασίας, αντιδρά σε καθετί που μοιάζει επιβολή και αναμένει το πολιτικό πρόταγμα ενός ολοκληρωμένου πολιτικού σχεδίου που δε φαίνεται να υπάρχει.
Σχετικά, αναφέρει ο Μιχάλης Χαραλαμπίδης: «Τα θεσμικά, οικονομικά, παραγωγικά αισθητικά οικοδομήματα μιας χώρας είναι πνευματικά οικοδομήματα. Είναι η παιδεία, η πνευματική ατμόσφαιρα, οι αντιλήψεις, οι ιδέες που συντίθενται σε Πολιτική Παιδεία η οποία τροφοδοτεί, μεταφράζεται σε Πολιτικό Σχέδιο και καθορίζει τη θέση των εθνών στην παγκόσμια σφαίρα. Τον αυτοκαθορισμό ή τον ετεροκαθορισμό τους. Η ελλειμματικότητα του συστήματος Ελλάδα στο πεδίο της παιδείας και της πολιτικής παιδείας παρήγαγε αυτό το ιστορικό προϊόν. … Γι’ αυτό κατέληξε η χώρα παίγνιο της διεθνούς χρηματοπιστωτικής κερδοσκοπίας και της γεωπολιτικής διελκυνστίδας…» («Ελληνική Πολιτική Παιδεία»).
Και να πει κανείς πως δεν υπάρχουν ζητούμενα μεγάλης πολιτικής; Μα στην περιοχή μας χρόνια τώρα το Κουρδικό απελευθερωτικό κίνημα αγωνίζεται ενάντια στο Τουρκικό καθεστώς για την απελευθέρωση και την αυτοδιάθεση του. Επιπλέον, το 40% του Κυπριακού εδάφους βρίσκεται υπό κατοχή από τους Τούρκους εισβολείς.
Σε επίπεδο κοινωνίας η συζήτηση στρέφεται από το πολιτικά ουσιώδες στο πρακτικά αναγκαίο, λες και η πολιτική δεν είναι εφαρμοσμένη πρακτική.
Και ο δρόμος; Ο δρόμος θα συνεχίσει να έχει τη δική του ιστορία γραμμένη στον τοίχο ως παρακαταθήκη αγώνων όταν ανακαλύψουμε ξανά την αξία του συλλογικού ενάντια στο ατομικό, όταν αγωνιστούμε μαζί με τα εθνικοαπελευθερωτικά κινήματα για την αυτοδιάθεση των λαών και την κοινωνική απελευθέρωση τους.
Με τη βεβαιότητα ότι οι πολιτικά ώριμες και παιδευμένες κοινωνίες είναι κοινωνίες ελευθερίας και σεβασμού των πολιτικών ανθρώπινων αξιών.
*Ο Αναστάσιος Τσατσάκης είναι ΕΤΕΠ στο ΕΛΜΕΠΑ και Δημοτικός Σύμβουλος Ηρακλείου με την παράταξη «Ενεργοί Πολίτες»
*Σημείωση: Οι απόψεις των αρθρογράφων αποτελούν προσωπικές θέσεις και δεν αποτελούν τυχόν θέσεις του newshub.gr
-
21 Απριλιου 2024, 20:02Σητεία: Καταγγελία του ΚΚΕ για φορτοεκφόρτωση επικίνδυνου υλικού από οχηματαγωγό του Πολεμικού Ναυτικού
-
22 Απριλιου 2024, 13:40Hράκλειο: Φορτηγό άρπαξε φωτιά στο ΒΟΑΚ-Κυκλοφοριακό πρόβλημα (ΦΩΤΟ)
-
22 Απριλιου 2024, 13:24Ηράκλειο: Πήρε την πρωτιά στο Παγκράτιο με εντυπωσιακό τρόπο ο Στάθης Σαρρής (Βίντεο)
-
21 Απριλιου 2024, 10:50Επιστρέφει από Δευτέρα η αφρικανική σκόνη και η ζέστη-Μέχρι 35 βαθμοί Κελσίου στην Κρήτη
-
21 Απριλιου 2024, 13:00Μηνύματα του 112 Δευτέρα και Τρίτη για τρομακτικούς σεισμούς στην Κρήτη-Ξεκινά η άσκηση ΜΙΝΩΑΣ 2024 παρουσία Κικίλια
-
21 Απριλιου 2024, 18:27Ηράκλειο: Άφησε την τελευταία του πνοή μέσα στο σπίτι του- Κινητοποίηση στις Άνω Γούβες