Η εγκατάσταση των προσφύγων από την Μ. Ασία στην Κρήτη
Σε προηγούμενο μας άρθρο, αναφερθήκαμε στον βίαιο ξεριζωμό του ελληνισμού της Μικράς Ασίας, μετά την αποτυχία της Μικρασιατικής Εκστρατείας το 1922 και την δημιουργία του προσφυγικού ρεύματος προς την μητέρα Ελλάδα. Ρεύμα το οποίο είχε ξεκινήσει από την δεκαετία του 1910-20 λόγω των διάφορων αναταραχών στην βαλκανική χερσόνησο και τις περιοχές γύρω από την Μαύρη Θάλασσα.
Στο παρόν άρθρο, θα δούμε συνοπτικά πως εξελίχθηκε η εγκατάσταση των προσφύγων στο νησί της Κρήτης μετά το 1922. Και αυτό γιατί, η περίπτωση της εγκατάστασης των Μικρασιατών στην Κρήτη παρουσιάζει κάποιες ιδιαιτερότητες σε σχέση με την υπόλοιπη Ελλάδα.
Καταρχήν, στην Κρήτη εγκαταστάθηκαν πρόσφυγες κυρίως από το βιλαέτι της Σμύρνης και τα παράλια της Μικράς Ασίας, με τους καταγεγραμμένους πρόσφυγες από τον Πόντο να είναι ελάχιστοι έως και μηδενικοί. Δεύτερον, στην Κρήτη, με το να υπάρχει έντονο μουσουλμανικό στοιχείο, ειδικά στον Νομό Ηρακλείου το οποίο κρίθηκε ανταλλάξιμο και αποχώρησε με την συμφωνία ανταλλαγής πληθυσμών που ολοκληρώθηκε το 1924, άφησε πίσω του ακέραια -όσα δεν είχαν πουληθεί σε γηγενείς- κατοικίες, δημόσια κτίρια και αγροτικές γαίες τα οποία κάλυψαν σε κάποιο βαθμό τις οικιστικές ανάγκες των προσφύγων, τουλάχιστον σε πρώτη φάση, δίνοντας τους την δυνατότητα για μία καλύτερη προοπτική εγκατάστασης στην συνέχεια.
Σύμφωνα με τα στοιχεία απογραφής προσφύγων του 1923, στην Κρήτη είχαν φτάσει 28.821 πρόσφυγες ενώ είχαν φύγει περίπου 23.000 Μουσουλμάνοι, οπότε βλέπουμε ότι τα νούμερα της ανταλλαγής ήταν πάρα πολύ κοντά.
Την επίβλεψη της εγκατάστασης των προσφύγων και εδώ, την είχαν δύο ανεξάρτητοι οργανισμοί, η Επιτροπή Αποκατάστασης Προσφύγων, και το Γραφείο Εποικισμού, σε συνεργασία με το Υπουργείο Υγιεινής Πρόνοιας και Αντιλήψεως, καθώς και άλλων διεθνών οργανισμών πάντα υπο την εποπτεία και αρωγή της Κοινωνίας των Εθνών.
Στον νομό Ηρακλείου για παράδειγμα που αποτέλεσε και τον κύριο πόλο έλξης, έφτασαν σύμφωνα με τις μελέτες που έχουν γίνει περίπου 17.500 πρόσφυγες, με την απογραφή του 1928, να τους προσδιορίζει ως το 35% του πληθυσμού της πόλης του Ηρακλείου, με τους περισσότερους από αυτούς να προέρχονται από τις περιοχές της Σμύρνης, Αλικαρνασσό, Αλάτσατα, Βουρλά, Καραμπουρνού, Αϊδίνι, Νυμφαίο, Παλαιά Φωκαία, Κυδωνίες κ.α. Σιγά σιγά, αρχίζουν και δημιουργούνται οι πρώτοι συνοικισμοί προσφύγων στις μεγάλες πόλεις της Κρήτης, αλλά και σε αγροτικές περιοχές, με πολλούς από αυτούς να φέρουν τα ονόματα των αρχικών τους τόπων καταγωγής (πχ Νέα Αλικαρνασσός, Νέα Αλάτσατα, Νέα Μαγνησία κλπ), ώστε να διατηρήσουν την μνήμη τους ζωντανή στο πέρασμα του χρόνου.
Οι ανταλλάξιμες γαίες επίσης ήταν αρκετά μεγάλες σε έκταση. Βέβαια, υπήρξαν αρκετά ζητήματα και προστριβές, είτε λόγω των αντιδράσεων των γηγενών είτε λόγω αυθαιρεσίας και κατάχρησης των αρμοδίων αρχών και επιτροπών, σε γενικές γραμμές όμως η μετάβαση στο νέο καθεστώς υπήρξε ομαλή και χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα.
Σε αυτό βέβαια, συνετέλεσαν κυρίως δύο πράγματα. Το ότι και οι δύο πληθυσμοί (γηγενείς και πρόσφυγες) είχαν σε πολύ μεγάλο βαθμό κοινή πολιτική ιδεολογία και εφαλτήριο (Βενιζελικοί και φιλελεύθεροι), το οποίο έπαιξε σε μεγάλο βαθμό ρόλο στην άμβλυνση των διαφορών. Ακόμα, η κουλτούρα του κρητικού λαού, καθώς η φιλοξενία είναι από αρχαιοτάτων χρόνων νόμος απαράβατος για τους ντόπιους, καθώς και η αρωγή και η αλληλεγγύη στους ανήμπορους και τους ατυχήσαντες στην ζωή, οδήγησε στην άμεση παροχή αλληλεγγύης και βοήθειας στους ξεριζωμένους και στην ανάπτυξη δεσμών και σχέσεων.
Έτσι στην Κρήτη, πιο γρήγορα από άλλες περιοχές της Ελλάδας οι πρόσφυγες απεκδύθηκαν τον ταπεινωτικό ορισμό της λέξης «πρόσφυγας» και αφιερώθηκαν στις προσπάθειες βελτίωσης του βιοτικού τους επιπέδου, χωρισμένοι σε τρείς ομάδες παραγωγής, τους οικιστές παραθαλάσσιων περιοχών που ασχολήθηκαν με την αλιεία, τους οικιστές αστικών περιοχών που ασχολήθηκαν με τις τέχνες και τα επαγγέλματα και τους οικιστές αγροτικών περιοχών οι οποίοι ασχολήθηκαν με τις αγροτικές καλλιέργειες και την κτηνοτροφία.
Και στα τρία επίπεδα, καθώς η οικονομία της Μικράς Ασίας-ελεύθερης περιοχής επι Οθωμανικού εδάφους- ήταν πολύ πιο ανεπτυγμένη σε σχέση με αυτή της Κρήτης που μόλις πριν 10 περίπου χρόνια είχε καταφέρει να αποτινάξει πλήρως την Οθωμανική κατοχή και να ενωθεί με το Ελληνικό κράτος, οι πρόσφυγες διέπρεψαν και στις περισσότερες περιπτώσεις διέπρεψαν και ξεπέρασαν τους ντόπιους σε επιδόσεις με τον καιρό. Μάλιστα, οι περισσότερες προστριβές είχαν σημειωθεί καθώς οι γηγενείς κατέκριναν τους πρόσφυγες ότι είχαν μια πιο ελεύθερη και κοσμοπολίτικη οπτική για τα πράγματα με τάση προς την ψυχαγωγία και την διασκέδαση, ενώ από την μεριά τους οι Μικρασιάτες κατέκριναν τους γηγενείς, ότι διακρίνονταν από έλλειψη παιδείας και πολιτισμού. Και πως να μην ισχύει μετά από 250 σχεδόν χρόνια υπό τον οθωμανικό ζυγό.
Καθώς όμως, και οι δύο λαοί χαρακτηρίζονται από την φιλοπρόοδη και φιλεργατική αντίληψη, το κράμα της νέας «συγκατοίκησης» έφερε γρήγορα αποτελέσματα σε όλους τους τομείς: στις μεθόδους καλλιέργειας, στο εμπόριο, στις τέχνες, τα γράμματα και την οικονομία, δημιουργώντας έτσι ένα νέο κράμα δημιουργικότητας και ανάπτυξης, το οποίο βέβαια θα διακοπεί σύντομα από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά στην συνέχεια θα δώσει την θέση του στην αλματώδη ανάπτυξη του νησιού.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα, μίξης πολιτισμών, αποτελεί η αφομοίωση των Μικρασιάτικων τραγουδιών στην Κρητική μουσική παράδοση, τα οποία μαζί με τους τούρκικους μανέδες και σκοπούς που άφησαν κληρονομία οι αποχωρήσαντες, αλλά και ντόπια λαϊκά τραγούδια της βυζαντινής παράδοσης, δημιούργησαν μια ξεχωριστή μουσική σχολή και ύφος, τα Αστικά ή Κρητικά Ρεμπέτικά τραγούδια, τα οποία τα τελευταία χρόνια αναγνωρίζουμε άστοχα ώς Ταμπαχανιώτικα.
Παρά τις όποιες αστοχίες, προστριβές, εσκεμμένες ή μη ανισορροπίες, συνολικά η μετάβαση των προσφύγων της Μικράς Ασίας, προς το φτωχό και ουσιαστικά νεοσύστατο στην τελική του μορφή Ελληνικό Κράτος και με τα δεδομένα της εποχής κρίθηκε από την διεθνή κοινότητα επιτυχημένη.
Με τον τρόπο αυτό, δόθηκε στους ξεριζωμένους μια δεύτερη ευκαιρία για επιβίωση, οι οποίοι βέβαια ποτέ δεν ξέχασαν την πατρίδα τους. Δημιούργησαν σημεία αναφοράς, όπως ναούς με ονόματα ναών της προηγούμενης περιοχής που εγκατέλειψαν, ίδρυσαν συλλόγους και σωματεία, έφεραν μαζί τους κειμήλια και αντικείμενα συναισθηματικής αξίας, έτσι ώστε να φροντίσουν να μην ξεχαστεί ποτέ η ρίζα και η διαδρομή τους σε όσες γενιές και αν περάσουν.
*Ο Χαράλαμπος Αγγελάκης είναι οικονομολόγος, μεταπτυχιακός φοιτητής στο ΜΠΣ «Ιστορική Έρευνα, διδακτική και νέες τεχνολογίες» στο Ιόνιο Πανεπιστήμιο και εθελοντής συνεργάτης του Ιστορικού Αρχείου Προσφυγικού Ελληνισμού.
Διαβάστε επισης:
Η εγκατάσταση των προσφύγων της Μ. Ασίας στην Ελληνική επικράτεια
*Σημείωση: Οι απόψεις των αρθρογράφων αποτελούν προσωπικές θέσεις και δεν αποτελούν τυχόν θέσεις του newshub.gr
-
27 Μαρτιου 2024, 13:10Κρήτη: Τέσσερα ξενοδοχεία βγαίνουν στο σφυρί τον Απρίλιο σε Ρέθυμνο, Πλακιά και Χερσόνησο
-
26 Μαρτιου 2024, 18:33Εικαστική παρέμβαση έξω από το Μποδοσάκειο- Συνεργασία διεθνούς φήμης καλλιτέχνη με μαθητές
-
27 Μαρτιου 2024, 07:59Λασίθι: Κινητοποίηση της Πυροσβεστικής για φωτιά στη Σητεία- Σε ύφεση το πύρινο μέτωπο
-
27 Μαρτιου 2024, 09:40Βολές στο κέντρο... της Τετάρτης!
-
26 Μαρτιου 2024, 16:45Κρητικός Αγριόγατος: Αισιοδοξία από τα ευρήματα μελέτης για τη διατήρηση του άγριου αιλουροειδούς (φωτο)
-
26 Μαρτιου 2024, 14:01Ηράκλειο: Επιτέθηκαν και χτύπησαν 18χρονο στην παραλιακή